θρίος

θρίος
ο
ναυτ. καθένας από τους ακραίους συστολείς τών τετράγωνων ιστίων, κν. σκοτίνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • λεπτόθριος — λεπτόθριος, ον (Α) αυτός που έχει λεπτά φύλλα, λεπτόφυλλος. [ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτ(ο) * + θριος (< θρῖον «φύλλο συκιάς»)] …   Dictionary of Greek

  • σκοτίνα — Ορεινός οικισμός (967 κάτ., υψόμ. 730 μ.), στην επαρχία Πιερίας του ομώνυμου νομού. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (35 τ. χλμ., 1075 κάτ.), στην οποία ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, η Παραλία Σκοτίνης (108 κάτ., υψόμ. 5). * * * η …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”